Wittgenstein: Ο Θάνατος ως μη γεγονός

Η φράση του Wittgenstein “Ο θάνατος δεν είναι ένα γεγονός στη ζωή: δεν ζούμε για να βιώσουμε τον θάνατο” (TLP 6.4311) αποτελεί μια βαθιά φιλοσοφική παρατήρηση για τη φύση της ύπαρξης και του τέλους της. Αυτή η φράση αναφέρεται στην ερμηνεία της ύπαρξης και του θανάτου ως δύο απολύτως διακριτές έννοιες, με την αντίληψη ότι ο θάνατος δεν εντάσσεται στον κόσμο των εμπειριών και των γεγονότων, αλλά είναι το πέρας των δυνατοτήτων εμπειρίας. Για τον Wittgenstein, η ζωή και ο θάνατος δεν αποτελούν μια συνεχιζόμενη αλληλουχία, αλλά διαχωρίζονται αυστηρά, με τον θάνατο να είναι το τέλος, όχι μόνο της ύπαρξης, αλλά και του κόσμου της υποκειμενικής εμπειρίας.

Αντιλαμβανόμενοι το θάνατο ως “μη γεγονός” ή “μη εμπειρία”, ο Wittgenstein στρέφεται σε μια αναθεώρηση του τρόπου με τον οποίο κατανοούμε την ύπαρξη και τη συνέπειά της. Το έργο του, ειδικότερα το Tractatus Logico-Philosophicus, συνδέεται στενά με την πρόταση ότι η γλώσσα και η σκέψη είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τον κόσμο των εμπειριών. Οι προτάσεις και οι έννοιες δεν μπορούν να περιγράψουν το αόρατο ή το άγνωστο, όπως είναι ο θάνατος, καθώς οι λέξεις και οι έννοιες έχουν νόημα μόνο εντός του πεδίου των βιώσιμων εμπειριών.

Αντίληψη του θανάτου και της ύπαρξης

Για τον Wittgenstein, ο θάνατος δεν είναι απλώς η λήξη της ζωής, αλλά το τέλος του κόσμου όπως τον βιώνουμε. Αυτό σημαίνει ότι ο θάνατος δεν επηρεάζει την ύπαρξη των άλλων ανθρώπων ή του κόσμου γύρω μας, αλλά είναι κάτι που συμβαίνει εντός του ατόμου, αφού το υποκείμενο δεν μπορεί να βιώσει ή να έχει μια εμπειρία του θανάτου του. Ο θάνατος δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο σκέψης ή λόγου επειδή “δεν υπάρχει για τον ίδιο που πεθαίνει”, ούτε μπορεί να είναι κατανοητός με την ίδια λογική που αντιλαμβανόμαστε άλλα γεγονότα στη ζωή. Είναι πέρα από τη γλώσσα και τη σκέψη, και ως εκ τούτου, για τον Wittgenstein, ο θάνατος απλώς τερματίζει τη δυνατότητα συνέχισης της εμπειρίας.

Ο κόσμος και η γλώσσα

Αν εξετάσουμε τις προτάσεις του Wittgenstein στο Tractatus, βλέπουμε ότι για εκείνον η γλώσσα έχει καθορισμένα όρια: μπορεί να περιγράψει μόνο όσα μπορούν να συλληφθούν μέσα από τις εμπειρίες. Επομένως, το θάνατο δεν μπορεί να τον προσεγγίσει κανείς μέσω της γλώσσας, καθώς δεν είναι κάτι που μπορεί να βιωθεί ή να αναπαρασταθεί μέσω του λόγου. Ο θάνατος είναι εξ ορισμού πέρα από τα όρια της γλώσσας, και ως εκ τούτου, η φράση του Wittgenstein διατυπώνει τη θέση ότι το τέλος της ύπαρξης είναι επίσης το τέλος της δυνατότητας της γλώσσας να τον κατανοήσει.

Αυτό ανατρέπει την παραδοσιακή αντίληψη του θανάτου ως ενός γεγονότος που μπορεί να αναλυθεί ή να ερμηνευτεί. Για τον Wittgenstein, “Ο θάνατος δεν είναι ένα γεγονός στη ζωή”, διότι η ζωή δεν βιώνεται “μετά” τον θάνατο, και συνεπώς ο θάνατος δεν μπορεί να ενταχθεί στον χώρο των βιωμένων γεγονότων και των εμπειριών. Η ζωή, για τον Wittgenstein, περιλαμβάνει μόνο όσα μπορεί να αντιληφθεί και να εκφράσει το υποκείμενο μέσω της γλώσσας, και το τέλος αυτής της ικανότητας, δηλαδή ο θάνατος, σημαίνει το τέλος του κόσμου όπως τον γνωρίζουμε.

Η φιλοσοφία της εμπειρίας και της αλήθειας

Η φιλοσοφία του Wittgenstein συνδέεται στενά με την έννοια της εμπειρίας ως περιορισμένου πεδίου. Ο θάνατος, ως το “τέλος” της εμπειρίας, ανατρέπει τη δυνατότητα για αλήθεια ή νόημα μετά από αυτόν. Οι αλήθειες της ζωής συνδέονται με την εμπειρία, και όταν αυτή παύει, το σύστημα της γλώσσας και της σκέψης χάνει το αντικείμενό του. Ο Wittgenstein υπογραμμίζει ότι η γλώσσα και οι έννοιες που χρησιμοποιούμε έχουν νόημα μόνο όταν εφαρμόζονται σε ζωντανές εμπειρίες και γεγονότα. Ο θάνατος, όντας το πέρας αυτών των εμπειριών, δεν μπορεί να ενταχθεί σε αυτή τη λογική.

Ερμηνεία της φράσης στο σύγχρονο πλαίσιο

Αν διαβάσουμε αυτή την αποστροφή του Wittgenstein στο σύγχρονο φιλοσοφικό τοπίο, μπορούμε να την κατανοήσουμε ως μια προσπάθεια να καταστήσει σαφές ότι ο θάνατος δεν είναι “μια συνέχεια” της ζωής, αλλά το πέρας του πεδίου του ζωντανού κόσμου και των δυνατοτήτων του. Ο Wittgenstein δεν επικεντρώνεται στην έννοια του θανάτου ως φυσικό ή μεταφυσικό φαινόμενο, αλλά ως κάτι που υπερβαίνει το πεδίο της ανθρώπινης εμπειρίας και της γλώσσας.

Η αποστροφή του μπορεί επίσης να συνδεθεί με τη σύγχρονη φιλοσοφία της ύπαρξης, όπως αυτή εκφράζεται στην έννοια του μηδενός και της παύσης της συνείδησης. Ο θάνατος δεν είναι ένα γεγονός που μπορεί να βιώσει το υποκείμενο ή να αναπαρασταθεί με λόγια, και ως εκ τούτου η ύπαρξή του στον κόσμο της σκέψης και της γλώσσας καταλύεται, όπως ακριβώς και το τέλος της ίδιας της ύπαρξης.

Η φράση του Wittgenstein για τον θάνατο καταδεικνύει μια αναντίρρητη διαφοροποίηση μεταξύ της ζωής και του θανάτου, με την τελευταία να μην είναι ένα γεγονός που μπορεί να ενταχθεί στο σύστημα των εμπειριών. Αυτή η φιλοσοφική θέση προκαλεί την αναστοχαστική σκέψη γύρω από τη φύση της ύπαρξης, της γλώσσας, και του τρόπου που η πραγματικότητα προσλαμβάνεται από το ανθρώπινο υποκείμενο. Ο Wittgenstein μας προτρέπει να σκεφτούμε τον θάνατο όχι ως μια συνέχεια, αλλά ως το πέρας του κόσμου όπως τον κατανοούμε και τον ζούμε, αφήνοντας το ερώτημα της ύπαρξης πέρα από τη σφαίρα των εμπειριών.

© Yiannis Panagiotakis