Balthus – Sleeping Girl: Η Αθωότητα ως Πρόκληση

Balthus – Sleeping Girl: Η Αθωότητα ως Πρόκληση

Το έργο Sleeping Girl (1943) του Balthus είναι ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα παραδείγματα του τρόπου με τον οποίο η ζωγραφική μπορεί να μετατρέψει την απλότητα σε αινιγματική πρόκληση. Σε πρώτο επίπεδο, παρατηρούμε το προφανές, ένα νεαρό κορίτσι που κοιμάται. Ωστόσο, το βλέμμα του θεατή μοιάζει να μην μπορεί να παραμείνει για πολύ στην προφανή θεματική, καθώς η στάση του σώματος και η λεπτομέρεια της απόδοσης εισάγουν εσκεμμένα μια εσωτερική ένταση, η αθωότητα φλερτάρει με τον αισθησιασμό, και η παθητικότητα (του ύπνου) γίνεται ένα δυναμικό σχόλιο μέσα στο βλέμμα του θεατή.

Το κορίτσι δεν ποζάρει. Δεν κοιτά. Δεν γνωρίζει. Είναι κλειστό στον θεατή, και όμως εκτεθειμένο σ’ εκείνον. Η στάση του σώματός της, το ελαφρώς σηκωμένο φόρεμα, η ευθραυστότητα του ύπνου της, αναδεικνύουν ένα σώμα που δεν επιθυμεί να προκαλέσει, παραταύτα προκαλεί και εδώ είναι που αναδύεται η πρόκληση του Balthus, ο οποίος μας τοποθετεί σε μια θέση παράλληλων-αντιφατικών ερμηνειών, όχι για να μας σοκάρει, αλλά για να μας εκθέσει σε άλλα φίλτρα θέασης.

Η Αισθητική της Αμηχανίας

Ο Balthus δεν ζωγραφίζει πορνογραφικά, σε καμία περίπτωση. Χρησιμοποιεί σχεδόν νεοκλασική τεχνική, αυστηρή σύνθεση, απαλές γραμμές, ρεαλισμό χωρίς υπερβολή και όμως, το τελικό αποτέλεσμα γεννά ένα αίσθημα ηθικής αμφιβολίας. Δεν είναι μόνο το σώμα που αποκαλύπτεται, αλλά και ο τρόπος που το βλέπουμε. Το έργο δεν είναι καταγγελία ούτε κοινωνική πρόκληση, θα ήταν φαιδρό να ισχυριστούμε κάτι τέτοιο, είναι καθρέφτης του βλέμματός μας και της πολιτισμικής μας στάσης απέναντι στην επιθυμία, στην παιδικότητα και, στην μετάβαση μεταξύ των δύο.

Ο Υπαινιγμός ως Μέσο Φιλοσοφικής Πρόσληψης

Σε φιλοσοφικό επίπεδο, το Sleeping Girl αγγίζει ίσως το φαινομενολογικό ερώτημα του τι σημαίνει να αποβλέπουμε ή καλύτερα να έχουμε εποπτεία, χωρίς ωστόσο να γινόμαστε αντιληπτοί από το υποκείμενο. Το βλέμμα δεν είναι απλώς παρατηρητικό, είναι άμεσα παρεμβατικό καθώς ερμηνεύει. Η ηρεμία του θέματος είναι έκδηλα απατηλή. Δεν είναι εικόνα σιωπής, αλλά αναστοχασμός πάνω στη συνείδηση της επιθυμίας: τι επιθυμεί αυτός που κοιτά; και πώς μεταβάλλεται το νόημα του έργου μέσα από τον ψυχισμό του θεατή; Με άλλα λόγια, τί μήνυμα δημιουργεί και, τι νοήματα παράγει ο θεατής του έργου;

Μια Εικόνα Μετάβασης

Το κορίτσι δεν είναι ακόμη γυναίκα, αλλά ούτε παιδί. Βρίσκεται σε μια αέναη μεταβατική κατάσταση που συνιστά πυρήνα της προβληματικής του Balthus. Αυτή η μετάβαση, που βρίσκεται εν υπνώσει, είναι που δίνει στον πίνακα τη δύναμη του. Δεν είναι μια χρονική καταγραφή, αλλά ένας στοχασμός πάνω στον χρόνο, την αθωότητα και την αδυσώπητη μεταμόρφωση της ύπαρξης οντολογικά.

Αντίσταση ή Πρόκληση;

Η σύγχρονη εποχή, με αυξημένη ευαισθησία απέναντι στα δικαιώματα των παιδιών, δεν αντιμετωπίζει τον Balthus με αθωότητα. Εκθέσεις του έχουν προκαλέσει διαμαρτυρίες, και μουσεία έχουν δεχθεί πίεση να αποσύρουν ή να επαναπλαισιώσουν έργα του. Το Sleeping Girl εντάσσεται σε αυτή τη συζήτηση, όπου ο αισθητικός στοχασμός συγκρούεται με την ηθική ευθύνη της αναπαράστασης της νεανικής ηλικίας.

Ο ίδιος ο Balthus είχε πει: «Ο ζωγράφος πρέπει να βυθίζεται στο αόρατο». Η φράση αυτή συνοψίζει την πρόθεσή του να κινηθεί πέρα από το προφανές, να εξερευνήσει τις αμφισημίες της ανθρώπινης εμπειρίας, όχι για να σοκάρει, αλλά ενδεχομένως για να εισέλθει σε άλλες περιοχές της αντίληψης, που, στην ψυχολογία του βάθους ίσως και να αποκαλούσαμε ως ασυνείδητο.

Η φαινομενική αντίφαση του έργου, δεν έγκειται σε κάποια στείρα πρόθεση πρόκλησης, αλλά στην επιμονή του Balthus να αντιμετωπίζει την νεανική ηλικία όχι ως κάτι εγγενές ιερό, αλλά ως μέρος της ύπαρξης που διαρκώς μεταβάλλεται με επίγνωση ή χωρίς. Αυτό κάνει την τέχνη του έντονα διφορούμενη και συνάμα ενοχλητική (για κάποιους), επειδή αγγίζει όρια που αρκετοί προτιμούν να παραθεωρούν.

Balthus και μετα-ρομαντική μουσική

Ο πίνακας Sleeping Girl του Balthus μοιάζει να ανήκει σε έναν κόσμο όπου ο χρόνος δεν κυλά κανονικά ,παγώνει. Το κορίτσι κοιμάται, αλλά η ατμόσφαιρα γύρω της πάλλεται από μια ανεξήγητη ένταση. Το σώμα της αποκαλύπτεται με αθώα φυσικότητα αλλά και αινιγματικό αισθησιασμό, όχι για να προκαλέσει, αλλά για να αποκαλύψει κάτι βαθύτερο, την ανθρώπινη συνθήκη και την αμφισημία της, σε υπαρξιακό και οντολογικό πλαίσιο.

Αυτή η εσωτερική αντίφαση, η γαλήνη του ύπνου από τη μια, με την δυναμική αναπλαισίωση νοήματος από την πλευρά του θεατή, συναντά το μουσικό ισοδύναμο της στον κόσμο της μετα-ρομαντικής μουσικής, εκεί όπου οι Μάλερ, Σαίνμπεργκ, αλλά και μεταγενέστεροι συνθέτες όπως ο Γκία Καντσέλι, διαμορφώνουν το άρρητο με ήχους.

Η μουσική του Καντσέλι, για παράδειγμα στο Mourned by the Wind, δεν είναι απλώς θλίψη ή μνήμη· είναι σιωπή που πονάει, ανάσες που κρατιούνται, εντάσεις που υπονοούνται και δεν βρίσκουν διέξοδο. Όπως στον πίνακα του Balthus, έτσι και σε αυτή τη μουσική, το “κενό” είναι πιο εύγλωττο από τον ήχο.

Η μετα-ρομαντική γλώσσα, είτε στη ζωγραφική είτε στη μουσική, δεν φωνάζει· υπαινίσσεται. Δεν λύνει την ένταση· την κρατά ζωντανή. Ο Balthus, όπως και ο Μάλερ ή ο Καντσέλι, δεν προσφέρουν εύκολη λύση ή ανακούφιση, καλούν τον θεατή/ακροατή να σταθεί παρών, να βιώσει το “κάτι” που πλανιέται, χωρίς λέξεις.

Και ίσως, εκεί κρύβεται η ουσία: σε μια τέχνη που δεν αποκαλύπτει το νόημά της, αλλά το κρατά σε απόσταση, σαν ένα όνειρο που το θυμόμαστε, αλλά δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε.

© Yiannis Panagiotakis